Είναι δεδομένο πλέον ότι στην πατρίδα μας οι εξουσίες της εκάστοτε κυβέρνησης έχουν περιοριστεί. Αυτό είναι φαινόμενο παγκόσμιο, αφού πλέον
τα κέντρα λήψης αποφάσεων τείνουν να είναι υπερεθνικά και εκφράζονται μέσα από τις πολυεθνικές εταιρίες – κολοσσούς. Αλλά στην Ελλάδα το φαινόμενο είναι ακόμη πιο έντονο, αφού από καιρό έχει απολεστεί ένας από τους βασικούς πυλώνες της εξουσίας, ο έλεγχος της χρηματοδότησης.
Εντούτοις, η επιλογή πολιτικής προς επίτευξη των οικονομικών στόχων, παραμένει (;) ακόμη σε εγχώρια χέρια και αυτή που τελικά θα επιλεγεί θα πρέπει να συμβάλλει στην υπηρέτηση θεμελιωδών αρχών και αξιών προκειμένου να συνδεθεί η οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική ευημερία.
Το ασφαλιστικό αναμφίβολα είναι ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Είναι από τα μεγαλύτερα γιατί αφορά εργαζόμενους και εργοδότες, αλλά και γιατί η μη έγκαιρη και ολοκληρωμένη αντιμετώπισή του στο παρελθόν, το κατέστησε ένα από τα λεγόμενα «γενεσιουργά» αίτια της κρίσης και πρέπει πρωτίστως ως τέτοιο να αντιμετωπιστεί.
Στη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού οι ισορροπίες που χρειάζεται να κρατηθούν είναι λεπτές. Ο κίνδυνος να ξεσπάσει «πόλεμος» μεταξύ των γενεών είναι μεγάλος αφού οι στρεβλώσεις του συστήματος ήταν μέχρι σήμερα τεράστιες. Για παράδειγμα την 5ετία 2010-2014 η ανεργία των νέων έφτασε το 50% όμως το καθεστώς των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων συνεχίστηκε.
Το γεγονός όμως ότι απαιτείται ρύθμιση των δεδομένων του ασφαλιστικού συστήματος, διόρθωση των στρεβλώσεων και αποκατάσταση των αδικιών, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι πρέπει να συνεχιστεί η πολιτική αποσάθρωσης του παραγωγικού ιστού, ο αφανισμός των παραγωγικών επιχειρήσεων της χώρας, καθώς και ο εξανδραποδισμός της επιστημονικής της στελέχωσης.
Η αποεπένδυση που υφίσταται τα τελευταία χρόνια η Ελληνική οικονομία είναι τεράστια. Χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν μεταναστεύσει σε γειτονικές χώρες παίρνοντας μαζί τους εξειδικευμένο προσωπικό και εξοπλισμό, στερώντας από την εθνική οικονομία πόρους απαραίτητους για την κάλυψη των ελλειμμάτων.
Ομοίως χιλιάδες επιστήμονες, ιδίως νέοι, επιλέγουν πιο έντονα πλέον ως επαγγελματική διέξοδο τη φυγή στο εξωτερικό. Η επιστημονική στελέχωση της χώρας αποδυναμώνεται μέρα με την ημέρα, λόγω μετανάστευσης. Σε 15 με 20 έτη είναι πολύ πιθανό να μη μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες της χώρας σε επιστημονικό προσωπικό αφού μία ολόκληρη γενιά επιστημόνων θα είναι απούσα από την αγορά εργασίας. Οι νέοι επιστήμονες, είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες είτε ως μισθωτοί εργαζόμενοι, είναι αδιαπραγμάτευτη ανάγκη να παραμείνουν στη χώρα και αυτό επιβάλλεται να γίνει εθνικός μας στόχος.
Η αύξηση των ασφαλιστικών και των φορολογικών εισφορών τόσο των παραγωγικών επιχειρήσεων όσο και των επιστημόνων απλά εντείνει το παραπάνω φαινόμενο, οδηγεί σε νέες περικοπές και φόρους και τρέφει τον φαύλο κύκλο της ύφεσης και της απαξίας.
Οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις, ανήκουσες στις παραγωγικές επιχειρήσεις, είναι απαραίτητο να συνεχίσουν απρόσκοπτα να λειτουργούν και να παράγουν, συνεισφέροντας στην επίτευξη διατροφικής αυτάρκειας της χώρας, στην ανατροπή του ελλειμματικού εμπορικού ισοζυγίου και στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Η διασφάλιση των προϋποθέσεων συνέχισης της λειτουργίας τους θα πρέπει να είναι ένας από τους βασικούς στόχους της όποιας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης και του όποιου νομικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία και τη φορολόγησή τους.
Υπ’ αυτό το πρίσμα στηρίζουμε τις κινητοποιήσεις των αγροτών και τονίζουμε ότι η απειλή διατάραξης της οικονομικής βιωσιμότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων θα έχει οδυνηρές συνέπειες τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής και ευημερίας. Σημειώνουμε ακόμη την ανάγκη διεξαγωγής διαλόγου για όλα τα θέματα του αγροτικού τομέα, ο οποίος θα πρέπει να είναι διαρκής, επίμονος και με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ώστε να καταλήξει στη διαμόρφωση του εθνικού σχεδίου για την ανάπτυξη.
Ως επιστημονικός φορέας κατ’ επανάληψη κρούσαμε τον κώδωνα του κινδύνου και επιστήσαμε την προσοχή των ιθυνόντων στα πραγματικά διακυβεύματα των πολιτικών επιλογών. Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε και σχεδόν τα ίδια θέματα που μας απασχολούσαν και στην αρχή της κρίσης μας απασχολούν και σήμερα, ελάχιστα δε από αυτά έχουν προχωρήσει σε θετική ή έστω μερική επίλυση τους.
Ο περιορισμός των εξουσιών των κυβερνήσεων, δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στο να τίθενται ξεκάθαροι στόχοι και να υπάρχει ένα οργανωμένο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης βασισμένο σε σταθερές, τόσο οικονομικές όσο και ηθικές, αξίες με σεβασμό στον πολίτη, την κοινωνία και το σύνταγμα της πατρίδας.
Δυστυχώς όμως, αντί αυτού βλέπουμε σε όλους σχεδόν τους τομείς, σπασμωδικές κινήσεις και έλλειψη συντονισμού, από ένα πολιτικό προσωπικό στην υπηρεσία του κοινωνικού αυτοματισμού, ανήμπορο στο σύνολό του να υποστηρίξει με συνέπεια και συνέχεια τις επιλογές του, με τα γνωστά μέχρι σήμερα αποτελέσματα. Και παράλληλα μια κοινωνία στα πρόθυρα νευρικής κρίσης από τα αλλοπρόσαλλα αμοιβαίως αντικρουόμενα, μηνύματα της πολιτικής και της συνδικαλιστικής ηγεσίας.
Είναι φανερό ότι χρειάζεται εσπευσμένα επαναφορά της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης. Δεν υπάρχει μαγική συνταγή που να οδηγεί εκεί, δεν γίνεται αλά καρτ, και σίγουρα δεν γίνεται χωρίς την αποκατάσταση της κοινής λογικής στη σκέψη όλων, και την αποφυγή ανάληψης ευθυνών και σχετικών πρωτοβουλιών που αναλογούν στον καθένα από μας.
Για τη Διοικούσα Επιτροπή του
ΓΕΩΤ.Ε.Ε. / Παρ. Δυτ. Μακεδονίας
Ο Πρόεδρος
Θεόδωρος Γ. Σιόγκας