Ενισχύει το μερίδιό του στη γερμανική αγορά
Αυξάνεται συνεχώς την τελευταία τριετία ο κύκλος εργασιών για το φυσικό
γιαούρτι και ιδιαίτερα, για το γιαούρτι ελληνικού τύπου, στη γερμανική
αγορά. Το γιαούρτι ελληνικού τύπου παραμένει ένα προϊόν, με μερίδιο
περίπου 5% της αγοράς φυσικού γιαουρτιού αν και ελληνικές εξαγωγές
φυσικού γιαουρτιού εμφανίζονται να κινήθηκαν καθοδικά την τελευταία
διετία, καθώς στην γερμανική αγορά γιαουρτιού ελληνικού τύπου
δραστηριοποιούνται όχι μόνο ελληνικές εταιρείες, αλλά όλο και
περισσότερο και γερμανικές γαλακτοβιομηχανίες.
Κατά το α΄εξάμηνο 2013, ο κύκλος εργασιών για τα λευκά γαλακτοκομικά αυξήθηκε κατά 3% έναντι της προηγούμενης χρονιάς, αυξανόμενος στα 4,659 δισ. ευρώ, ενώ η ποσότητα των πωλήσεων μειώθηκε, όπως και την προηγούμενη χρονιά, κατά 1%.
Η αύξηση αυτή οφείλεται στην αύξηση της τιμής του γάλακτος, που αντικατοπτρίζεται στους αυξημένους κύκλους εργασιών στις βασικές κατηγορίες προϊόντων, φρέσκο γάλα, γάλα διαρκείας, βούτυρο και κρέμα γάλακτος. Αξιόλογη άνοδος σημειώθηκε ακόμα στην κατηγορία των επιδορπίων (+4,5% κύκλος εργασιών, +3,4% ποσότητα).
Για ακόμα μια χρονιά αύξηση του κύκλου εργασιών σημειώθηκε στην κατηγορία του φυσικού γιαουρτιού (+2% έναντι του 2012). Με βάση τα στοιχεία της Nielsen, σημαντικό ρόλο στην ανοδική τάση της κατηγορίας διαδραματίζουν ιδιαίτερα τα ελληνικής προέλευσης και ελληνικού τύπου γιαούρτια, για τα οποία οι ρυθμοί ανόδου είναι διψήφιοι, τόσο σε αξία, όσο και σε ποσότητα.
Για το γιαούρτι ελληνικού τύπου ο κύκλος εργασιών έφθασε το 2012 τα 37,6 εκατ. ευρώ, αποσπώντας πλέον μερίδιο 5,5% της αγοράς φυσικού γιαουρτιού και 1,1% της αγοράς γιαουρτιών με φρούτα. Σε όρους ποσότητας, βάσει των στοιχείων της Nielsen, οι πωλήσεις γιαουρτιών της κατηγορίας έφτασαν τις 12,8 χιλιάδες τόνους, συνεχίζοντας να αυξάνονται με πολύ ισχυρούς ρυθμούς: αύξηση κατά 18% από το 2010 στο 2011, αύξηση κατά 30% από το 2011 στο 2012.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών της Nielsen είναι ότι η ανοδική πορεία με διψήφιους ρυθμούς ανόδου θα συνεχιστεί.
Ελληνικές εξαγωγές γιαουρτιού
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛ. ΣΤΑΤ, οι εξαγωγές γιαουρτιού από τη χώρα μας προς τη Γερμανία στις δύο βασικότερες δασμολογικές κατηγορίες, λευκό γιαούρτι με περιεκτικότητα σε λιπαρά 3 έως 6% και λευκό γιαούρτι με περιεκτικότητα σε λιπαρά μεγαλύτερη του 6%, περιορίστηκαν το 2012 και σε όρους ποσότητας και σε όρους αξίας.
Κατά το α΄εξάμηνο 2013, ο κύκλος εργασιών για τα λευκά γαλακτοκομικά αυξήθηκε κατά 3% έναντι της προηγούμενης χρονιάς, αυξανόμενος στα 4,659 δισ. ευρώ, ενώ η ποσότητα των πωλήσεων μειώθηκε, όπως και την προηγούμενη χρονιά, κατά 1%.
Η αύξηση αυτή οφείλεται στην αύξηση της τιμής του γάλακτος, που αντικατοπτρίζεται στους αυξημένους κύκλους εργασιών στις βασικές κατηγορίες προϊόντων, φρέσκο γάλα, γάλα διαρκείας, βούτυρο και κρέμα γάλακτος. Αξιόλογη άνοδος σημειώθηκε ακόμα στην κατηγορία των επιδορπίων (+4,5% κύκλος εργασιών, +3,4% ποσότητα).
Για ακόμα μια χρονιά αύξηση του κύκλου εργασιών σημειώθηκε στην κατηγορία του φυσικού γιαουρτιού (+2% έναντι του 2012). Με βάση τα στοιχεία της Nielsen, σημαντικό ρόλο στην ανοδική τάση της κατηγορίας διαδραματίζουν ιδιαίτερα τα ελληνικής προέλευσης και ελληνικού τύπου γιαούρτια, για τα οποία οι ρυθμοί ανόδου είναι διψήφιοι, τόσο σε αξία, όσο και σε ποσότητα.
Για το γιαούρτι ελληνικού τύπου ο κύκλος εργασιών έφθασε το 2012 τα 37,6 εκατ. ευρώ, αποσπώντας πλέον μερίδιο 5,5% της αγοράς φυσικού γιαουρτιού και 1,1% της αγοράς γιαουρτιών με φρούτα. Σε όρους ποσότητας, βάσει των στοιχείων της Nielsen, οι πωλήσεις γιαουρτιών της κατηγορίας έφτασαν τις 12,8 χιλιάδες τόνους, συνεχίζοντας να αυξάνονται με πολύ ισχυρούς ρυθμούς: αύξηση κατά 18% από το 2010 στο 2011, αύξηση κατά 30% από το 2011 στο 2012.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών της Nielsen είναι ότι η ανοδική πορεία με διψήφιους ρυθμούς ανόδου θα συνεχιστεί.
Ελληνικές εξαγωγές γιαουρτιού
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛ. ΣΤΑΤ, οι εξαγωγές γιαουρτιού από τη χώρα μας προς τη Γερμανία στις δύο βασικότερες δασμολογικές κατηγορίες, λευκό γιαούρτι με περιεκτικότητα σε λιπαρά 3 έως 6% και λευκό γιαούρτι με περιεκτικότητα σε λιπαρά μεγαλύτερη του 6%, περιορίστηκαν το 2012 και σε όρους ποσότητας και σε όρους αξίας.