Σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τη μετάβαση από την αγορά εργασίας στη σύνταξη
Όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι ωθούνται στην έξοδο σε σύνταξη, αμέσως
με την κατοχύρωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος υπό τον φόβο για νέες
επώδυνες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα, καθώς και η εργασιακή
ανασφάλεια.
Αυτό προκύπτει από την ειδική έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), κατά το β΄ τρίμηνο εφέτος, για τη μετάβαση από την αγορά εργασίας στη σύνταξη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:
Είχαν ηλικία 50 έως 69 ετών, και α) ήταν εργαζόμενοι κατά την εβδομάδα της έρευνας (ή είχαν μια εργασία από την οποία απουσίαζαν προσωρινά), ή β) είχαν εργαστεί στο παρελθόν και η ηλικία τους, την τελευταία φορά που εργάστηκαν, ήταν μεγαλύτερη των 49 ετών.
Στις συντάξεις γήρατος περιλαμβάνονται οι συνήθεις συντάξεις γήρατος στο πλαίσιο της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και επαγγελματικές (επιχειρησιακές) ή ιδιωτικές συντάξεις.
Στις συντάξεις «άλλου είδους», περιλαμβάνονται συντάξεις χηρείας ή ορφανών, πολύτεκνων μητέρων, θυμάτων πολέμου, κ.ά.
Αυτό προκύπτει από την ειδική έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), κατά το β΄ τρίμηνο εφέτος, για τη μετάβαση από την αγορά εργασίας στη σύνταξη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:
- Ο συνηθέστερος λόγος εξόδου από την αγορά εργασίας, είναι η κατοχύρωση δικαιώματος σύνταξης (60,8%), ενώ ο δεύτερος πιο συχνός είναι η υποχρεωτική συνταξιοδότηση λόγω ορίου ηλικίας (28,3%). Τα προβλήματα υγείας αναφέρονται ως λόγος εξόδου από το 5,7% των ερευνηθέντων.
- Η πλειονότητα των ερευνηθέντων προσπαθεί να κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέσω ασφάλισης σε δημόσιο ασφαλιστικό φορέα (94,8%). Ένα ποσοστό 6,6% έχει και (ή μόνο) ιδιωτική ασφάλιση.
- Τα άτομα ανωτέρου εκπαιδευτικού επιπέδου τείνουν να λαμβάνουν σύνταξη σε νεότερη ηλικία, καθώς και οι γυναίκες συγκριτικά με τους άντρες. Η μέση ηλικία συνταξιοδότησης για όλα τα άτομα είναι τα 57,8 έτη.
- Η πλειονότητα των ερευνηθέντων δεν ελάμβαναν ακόμα σύνταξη γήρατος (59,9%), ενώ το 56,6% ανήκε ακόμα στο εργατικό δυναμικό, είτε ως εργαζόμενοι είτε ως άνεργοι.
Είχαν ηλικία 50 έως 69 ετών, και α) ήταν εργαζόμενοι κατά την εβδομάδα της έρευνας (ή είχαν μια εργασία από την οποία απουσίαζαν προσωρινά), ή β) είχαν εργαστεί στο παρελθόν και η ηλικία τους, την τελευταία φορά που εργάστηκαν, ήταν μεγαλύτερη των 49 ετών.
Στις συντάξεις γήρατος περιλαμβάνονται οι συνήθεις συντάξεις γήρατος στο πλαίσιο της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και επαγγελματικές (επιχειρησιακές) ή ιδιωτικές συντάξεις.
Στις συντάξεις «άλλου είδους», περιλαμβάνονται συντάξεις χηρείας ή ορφανών, πολύτεκνων μητέρων, θυμάτων πολέμου, κ.ά.