Οι θριαμβολογίες της κυβέρνησης και των υποστηρικτών της, για την απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) για την επικείμενη ψήφιση νόμου για την μετεγκατάσταση των οικισμών Ακρινής και Αναργύρων, έχουν σηκώσει κουρνιαχτό με σκοπό να καλύψουν την ουσία του ζητήματος.
Η στάση των αστικών κυβερνήσεων και της ΔΕΗ ΑΕ, απέναντι στο ζήτημα των μετεγκαταστάσεων, ήταν συνεπής με την στρατηγική αντίληψη που περιλάμβανε κωλυσιεργία, κοινωνική αποδιοργάνωση των οικισμών, εγκατάλειψή τους από τους κατοίκους, αδυνάτισμα των μετώπων διεκδίκησης και των αντιστάσεων, ματαίωση ή μη ολοκληρωμένη μετεγκατάσταση. Κλασικά παραδείγματα οι περιπτώσεις του Κομάνου όπου οι κάτοικοι σκόρπισαν στους τέσσερις ορίζοντες, το χωριό διαλύθηκε, η μετεγκατάστασή του μετά από 15 και πλέον χρόνια δεν ολοκληρώθηκε, της Ποντοκώμης και της Μαυροπηγής όπου η ΔΕΗ ΑΕ συνειδητά κωλυσιεργεί την υλοποίηση των υποχρεώσεών της (απαλλοτριώσεις, αποζημιώσεις, χρηματοδότηση υποδομών νέων οικισμών κλπ) αφήνοντας το χρόνο να δουλέψει υπέρ της στο πλαίσιο της στρατηγικής που αναφέραμε.
Οι μέχρι τώρα αναφορές του ΥΠΕΚΑ και η εμπειρία από την πολιτική των κυβερνήσεων δείχνουν ότι θα παραμείνει εξαγγελία η μετεγκατάσταση της Ακρινής και των Αναργύρων αν δεν βγουν δυναμικά στο προσκήνιο οι εργαζόμενοι και οι κάτοικοι των πληττόμενων οικισμών ώστε να επιβάλλουν λύσεις που να καλύπτουν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Η ρύθμιση του ΥΠΕΚΑ προβλέπει σε εύλογο χρόνο, όχι μεγαλύτερο των οκτώ ετών, να προχωρήσει σε επιχειρησιακό σχέδιο για την μετεγκατάσταση των δύο οικισμών. Αυτό σημαίνει ότι ο παράγοντας χρόνος θα λειτουργήσει υπέρ της στρατηγικής της ΔΕΗ ΑΕ και σε βάρος των κατοίκων.
Όσον αφορά τον τρόπο και ιδιαίτερα το κόστος των μετεγκαταστάσεων προβλέπεται μετακύλιση του κόστους στον λαό αφού το 50% θα βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και το υπόλοιπο 50% τη ΔΕΗ ΑΕ μέρος του οποίου θα προέρχεται από τον τοπικό πόρο. Έτσι ουσιαστικά το κόστος σε μεγάλο ποσοστό δεν θα επιβαρύνει τη ΔΕΗ ΑΕ και τους μετόχους της.
Επίσης προβλέπεται οι εκτάσεις που θα προκύψουν από τις μετεγκαταστάσεις θα μεταβιβαστούν ιδιοκτησιακά κατά 50% στη ΔΕΗ ΑΕ και κατά 50% στο ελληνικό δημόσιο. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι την ΔΕΗ ΑΕ δεν θα τις στοιχίσουν οι μετεγκαταστάσεις αντίθετα θα έχει και κέρδος τόσο από την αξία τόσο της γης όσο και της εκμετάλλευσης του υπεδάφους της. Τελικά ο καταστρέφων πληρώνεται αντί να πληρώνει.
Το ΚΚΕ έχει τοποθετηθεί επανειλημμένα για το ζήτημα των μετεγκαταστάσεων ζητώντας οι μετεγκαταστάσεις των πληττόμενων οικισμών και η αποκατάσταση των κατοίκων τους να γίνει υπόθεση του εργαζόμενου λαού και των πληττόμενων διεκδικώντας να γίνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα, πριν αποδιοργανωθούν κοινωνικά, σε σύγχρονους οικισμούς που να καλύπτουν τις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας σε υποδομές και υπηρεσίες. Ενώ η κατασκευή των νέων οικισμών να γίνεται μέσα από κρατικό φορέα κατασκευών που θα εγγυάται την ποιότητα και τις προδιαγραφές των κατασκευών του. Το κόστος πρέπει να βαρύνει αποκλειστικά τη ΔΕΗ ΑΕ ενώ τα εδάφη που θα προκύψουν να αποτελούν δημόσια περιουσία.
Αυτά τα άμεσα αιτήματα πάλης πρέπει να συνδεθούν με την πάλη για ενιαίο κρατικό φορέα ενέργειας, λαϊκή περιουσία που θα αξιοποιεί τις εγχώριες πρώτες ύλες, με ταυτόχρονη προστασία του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, αποκατάσταση και απόδοση για χρήση των εξορυγμένων εδαφών και ουσιαστική αποκατάσταση όσων πλήττονται από τη δράση του. Προϋπόθεση η απεμπλοκή του εργαζόμενου λαού από τα κόμματα της πλουτοκρατίας (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ) και του ευρωμονόδρομου, η ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων και η ενίσχυση του ΚΚΕ. Η συστράτευση στον μοναδικό αγώνα που μπορεί να δώσει πραγματικές και μόνιμες λύσεις.
Γι’ αυτό το ΚΚΕ απευθύνεται ξεκάθαρα στους εργαζομένους και στα λαϊκά στρώματα και προτείνει το δρόμο της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας, όπου τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα αποτελούν κρατική κοινωνική ιδιοκτησία. Σε αυτό το πλαίσιο η παραγωγή, οι εγχώριες πηγές, η μεταφορά και η διανομή του τομέα της ενέργειας θα αποτελούν λαϊκή περιουσία. Τα ενεργειακά έργα, η αποκατάσταση του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, θα σχεδιάζονται πανεθνικά, κεντρικά, επιστημονικά και θα υλοποιούνται με λαϊκή συμμετοχή και κρατικό έλεγχο προς όφελος του λαού.