(της Παρθένας Τσοκτουρίδου)
Διέθεσα αρκετά χρόνια του λογοτεχνικού μου βίου, - κόντρα στο ρεύμα του πολυτάραχου αιώνα μας, - στην ιστορική μελέτη του φορέα ενός μεγάλου πολιτισμού, του Μ. Αλεξάνδρου, έχοντας ουσιαστική επαφή με την προγενέστερη ιστορία του ελληνικού κόσμου, διεισδύοντας ταυτόχρονα σε μια πολιτισμική ανάλυση γεγονότων που είχαν σχέση με την προσωπικότητα του και τις επιρροές του στην ιστορική εξέλιξη της ζωής,
νιώθοντας ταυτόχρονα πως είχα αυτή την ανάγκη που θα με οδηγούσε σε μια πνευματική διέξοδο για τη διερεύνηση των αναπάντητων ερωτημάτων μου.
Η συγκίνηση, ο θαυμασμός και το δέος που ένιωσα για την προσφορά του Μεγάλου αυτού ανθρώπου με τη χαρισματική προσωπικότητα για το μέλλον του κόσμου ήταν απερίγραπτη και ιδιαίτερα αποκαλυπτική για τη συμπλήρωση των κενών της μαθησιακής μου ανάγκης.
Κάπου, σε κάποια απ’ τις μελέτες μου, ήταν κι εκείνη της θρυλικής αρπαγής του Βουκεφάλα, που ήταν το άλογο του Μ. Αλεξάνδρου. Όπως είναι γνωστό από την ιστορία, το άλογο εκείνο δαμάστηκε από τον ίδιο, παρ’ όλο που ήταν πολύ άγριο, όταν ακόμα ήταν παιδί. Το χρησιμοποίησε σε όλες τις μάχες του ως το 326, οπότε πέθανε μετά την μάχη εναντίον του Πώρου κοντά στον Υδάσπη. Ο Αλέξανδρος προς τιμή του ίδρυσε την πόλη Βουκεφάλα, στο σημείο όπου πέθανε.
Αντλώντας πληροφορίες από το βιβλίο“ «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΤΟΜΟΣ Β΄, διάβασα πως στην ιστορία κάποτε καταγράφηκε το παρακάτω γεγονός της θρυλικής αρπαγής του Βουκεφάλα…
“…Οι Μάρδοι με ξαφνικές νυχτερινές επιδρομές άρπαζαν τα άλογα των Μακεδόνων. Το άλογο ήταν γι’ αυτούς τόσο πολύτιμο όσο και η ίδια η ζωή τους. Γιατί τους χρησίμευε και τους συντρόφευε στις ώρες της περιπλάνησης πάνω στα βουνά, και κάποτε – στην έσχατη ώρα της ανέχειας και της πείνας – γινόταν και η σωτήρια για τη διάσωση τους, τροφή. Αυτές οι νυχτερινές αρπαγές των αλόγων από το στρατόπεδο των Μακεδόνων, που διόλου δεν αποκλείεται να εξυπηρετούσαν και κάποια σκοπιμότητα πολεμική, φαίνεται πως οδήγησαν στη δημιουργία της θρυλημένης αρπαγής του Βουκεφάλα.
Ο Αλέξανδρος είχε πάρει μαζί του στις περίεργες εκείνες διακοπές του και τον αγαπημένο του Βουκεφάλα, που σπάνια τον ίππευε, μια και είχε γεράσει, μα που δεν έπαυε να τον θεωρεί σαν “τυχερό” του και γι’ αυτό δεν τον αποχωριζόταν ποτέ. Μια νύχτα, λοιπόν, οι Μάρδοι στη συνηθισμένη τους επιδρομή, έκλεψαν τον Βουκεφάλα.
Βέβαια ήξεραν από άλογα, όμως τους είχε κάνει εντύπωση το παράξενο χρώμα του και η αρχοντιά του. Ο Πλούταρχος πάλι σημειώνει, πως μερικοί Μάρδοι συνάντησαν ξαφνικά τους ιπποκόμους με τον Βουκεφάλα και αφού τους διασκόρπισαν, τους πήραν το άλογο κι έφυγαν.
Όπως και νάγινε, η αρπαγή πάγωσε ολόκληρο το στρατόπεδο. Κανείς δεν τολμούσε να το πει στον Αλέξανδρο, γιατί όλοι ήξεραν την αγάπη του για τον Βουκεφάλα κι γι’ αυτό έτρεμαν το ξέσπασμα του. Και πραγματικά, όταν στο τέλος το έμαθε, ο Αλέξανδρος μελάνιασε και στέλνοντας κήρυκες απειλούσε πως θα ξεκλήριζε όλους τους Μάρδους, γυναίκες και παιδιά, αν δεν του έδιναν πίσω το άλογο του.
Μα και οι Μάρδοι είχαν φτάσει στο τελευταίο όριο της αντοχής τους. Οι ελπίδες, πως ο Αλέξανδρος θα σταματούσε κάποτε εμποδισμένος απ’ τα ψηλά κι απέραστα βουνά τους, είχαν ολότελα σβήσει. Μάλιστα τόσο τους φόβιζε με τις ανεπάντεχες εμφανίσεις του, που δεισιδαίμονες καθώς ήταν, είχαν αρχίσει να πιστεύουν πως διέθετε δύναμη μαγική. Βιάστηκαν λοιπόν πρώτα να του επιστρέψουν το άλογο του και εκείνος αντάμειψε με πλούσια δώρα, καθώς και με άλλα πολύ νεότερα άλογα, την επιστροφή.”
Συνεπαρμένη, λοιπόν, από το γεγονός της αρπαγής του Βουκεφάλα και ψυχικά αναστατωμένη έζησα κι εγώ την ίδια αγωνία που έζησε ο μεγάλος στρατηλάτης και δίχως να αποτελώ εξαίρεση στον λογοτεχνικό κανόνα εμπνεύστηκα, όπως πολλοί άλλοι ομότεχνοι μου το έκαναν, να ποιήσω στη δημιουργία του λόγου γράφοντας για το θρυλικό αυτό γεγονός σε μορφή «σονέτου», με του οποίου απόσπασμα έλαβα μέρος σε διεθνή ποιητικό διαγωνισμό αποσπώντας το Β΄ ΒΡΑΒΕΙΟ του «ΚΕΛΑΙΝΩ».
Ας δούμε, όμως, το ποίημα στην ολοκληρωμένη του μορφή…
Η αρπαγή του Βουκεφάλα
Του Βουκεφάλα η αρπαγή έγινε σε επιδρομή σ' όλον τον κόσμο θ' ακουστεί η είδηση η θρυλική.
Το' μαθε κι ο Αλέξανδρος! Δεν άντεξε, θα εκραγεί!!!
Κήρυκα στέλνει για να πει την απειλή την τρομερή.
-Μάρδους, γυναίκες και παιδιά όλους θα ξεκληρίσω εάν τον Βουκεφάλα μου δεν πάρω ποτέ πίσω.
Κανένας δεν με σταματά. Ούτε τ' απέραστα βουνά.
Όλους εσάς θα σβήσω και δεν θα υποχωρήσω.
Αν μου τον επιστρέψετε, εσάς θα ανταμείψω.
Με δώρα κι άλογα πολλά όλους θα σας γεμίσω.-
"Γεράκο Βουκεφάλα μου και τυχερό άλογο μου σ' έκλεψαν στην επιδρομή εχθές το βράδυ, ατυχή, και τώρα, οϊμέ λυπάμαι, μη γίνεις και σωτήρια στην πείνα τους τροφή. Τρέμω και δεν κοιμάμαι.
Τους έκανε εντύπωση η όμορφη αρχοντιά σου το χρώμα το παράξενο και το ανάστημα σου.
Θυμάμαι όταν σε δάμασα, τι άγριος που ήσουν, ήμουνα τότε ένα παιδί με δύναμη κι όλο ορμή.
Μαζί κι οι δυο αγωνιστές σ' όλες τις μάχες τις τρανές με θάρρος πολεμήσαμε και τους εχθρούς νικήσαμε.
Τι να πρωτοθυμηθώ! Εγώ να σ' αποχωριστώ!!
Αυτό δεν θα τ' αντέξω! Πολύ πια θα πονέσω.
Μ' απότομα θα εμφανιστώ και θα' ρθω να σε βρω.
Δρόμο αφού χαράξω, όλους θα τους τρομάξω".
Οι Μάρδοι φοβηθήκανε γιατί ήταν δεισιδαίμονες γι' αυτούς ήταν οι Έλληνες οι πιο μεγάλοι δαίμονες.
Το άλογο βιαστήκανε ευθύς να επιστρέψουν και ούτε που νοιαστήκανε άλλο πια να το κλέψουν.
Ο Αλέξανδρος γενναιόδωρα τους φέρθηκε, με δώρα κι ότι τους υποσχέθηκε, ευθύς τους κατατέθηκε.
Κι όταν συναντηθήκανε οι δυο φίλοι αντάμα ευθύς αγκαλιαστήκανε -πολύ συγκινηθήκανε!!!
(Αρχείο Ιστορικής - Πολιτιστικής Μελέτης της Παρθένας Τσοκτουρίδου)