Περνώντας το κατώφλι του πανέμορφου νεοκλασικού, το οποίο βρίσκεται στην είσοδο του Μαυροχωρίου στην Καστοριά, ο ήχος του κλαρίνου, της τρομπέτας και του νταουλιού μας συνεπαίρνουν! Η αίθουσα είναι γεμάτη από κόσμο, οι οποίοι σηκώνουν τα ποτήρια με το κρασί και ίσα που ακούγονται ανάμεσα στις νότες οι ευχές προς τους νεόνυμφους «να ζήσετε, να ζήσετε! Και καλούς απογόνους». Ο γαμπρός φορά φουστανέλα, η νύφη και τα πεθερικά είναι ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές και οι καλεσμένοι γύρω τους τραγουδούν, «ωραία που είναι η νύφη μας, ωραία τα προικιά της…».
Στη μέση του κύκλου που διαμορφώνουν οι χορευτές βρίσκεται ο κλαρινοπαίχτης, ντυμένος κι αυτός με παραδοσιακή φορεσιά, ο οποίος εκτελεί μια εκπληκτική χορευτική φιγούρα με «σπάσιμο της μέσης», την ώρα που το κλαρίνο σολάρει. Στο μέτωπό του είναι κολλημένο ένα κατοστάρικο και τα δάχτυλα του κρατούν μετά βίας τα πεντακοσάρικα και τα πενηντάρικα, που δωρίζουν συγγενείς και καλεσμένοι. Ο γάμος είναι πλούσιος κι αυτό φαίνεται από τα πολλά κεράσματα, τα χαρτονομίσματα αξίας και τον κουστουμαρισμένο φωτογράφο, ο οποίος ήρθε από την πόλη με τη μεγάλη του φωτογραφική μηχανή για να απαθανατίσει το γεγονός. Πρόκειται για την αναπαράσταση ενός παραδοσιακού γάμου, με πρωταγωνιστές…κέρινα ομοιώματα.. Ακόμη και ο παπάς που στέκεται στη γωνία και κρατά το ευχολόγιο είναι κέρινος, κι ας μοιάζει τόσο αληθινός με τα φυτευτά μαλλιά και γένια του.
«Ότι βλέπετε έχει φτιαχτεί δια χειρός Δημήτρη Παναγιωτίδη και της συζύγου τους Φανής» μας λέει η κ. Μαίρη, η οποία είναι η ξεναγός στο μουσείο κέρινων ομοιωμάτων λαογραφίας και προϊστορίας στο Μαυροχώρι της Καστοριάς. Μια ιδέα που συνέλαβε πριν 27 χρόνια ο δάσκαλος Δημήτρης Παναγιωτίδης και η οποία απέκτησε σάρκα και οστά στο τέλος του 2009. Το όνειρο του κ. Παναγιωτίδη ήταν να δημιουργήσει ένα πολιτιστικό κέντρο με πέντε θεματικές ενότητες, μουσείο κέρινων ομοιωμάτων, βιβλιοθήκη, ατελιέ ζωγραφικής, ωδείο και θέατρο. Έτσι, το 2002 αγόρασε το οικόπεδο που βρίσκεται σήμερα το μουσείο και εντάχθηκε στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα leader και με πολλά ίδια κεφάλαια έφτιαξε αυτό ακριβώς που ονειρευόταν.
«Αυτό το έργο δεν το φτιάξαμε για να ικανοποιήσουμε απλά το όνειρό μας, αλλά και για να βοηθήσουμε την ανάπτυξη του χωριού. Ήδη με χαρά βλέπουν και οι κάτοικοι του Μαυροχωρίου τους ξένους να έρχονται καθημερινά στο χωριό, ενώ στο παρελθόν ξένος κόσμος ερχόταν μόνο στο πανηγύρι, τον Δεκαπενταύγουστο και στο καρναβάλι» μας λέει ο δημιουργός του μουσείου Δημήτρης Παναγιωτίδης. Τη μουσειολογική μελέτη και τα σχέδια του κτηρίου τα έκανε μόνος μέσα σε επτά ολόκληρα χρόνια, κάτι που αποδεικνύει τον διακαή του πόθο να κάνει πραγματικότητα το όνειρό του. «Όταν ανέφερα σε κάποιους για το έργο αυτό το 1983, με κοιτούσαν λες και τους είχα πει ότι θέλω να φτιάξω καφετέρια στο φεγγάρι στην οποία θα πηγαίνουμε με ανεμόσκαλα» μας λέει γελώντας και μας εξηγεί πως σημαντικό ρόλο στην υλοποίηση του μουσείου έπαιξαν οι γονείς του ίδιου και της συζύγου του, οι οποίοι «εθίστηκαν» στην ιδέα και ξεκίνησαν ένα μαραθώνιο αναζήτησης παλαιών αντικειμένων λαογραφικών και όχι μόνο. Από εκεί και πέρα τα κέρινα ομοιώματα τα ανέλαβε ο κ. Παναγιωτίδης και η σύζυγός του Φανή. «Είναι πολυτάλαντοι και οι δυο και πιάνει το χέρι τους» προσθέτει η ευγενική ξεναγός του μουσείου κ. Μαίρη.
Η κατασκευή των κέρινων ομοιωμάτων ξεκίνησε πριν έξι χρόνια. Όπως μας λέει ο δημιουργός τους, στην αρχή οι κούκλες έβγαιναν κάπως ατσούμπαλες, αλλά η υπομονή και η επιμονή έφεραν το αποτέλεσμα που βλέπει ο επισκέπτης. Με τα χρόνια, έμαθαν να κατασκευάζουν τα κέρινα ομοιώματα με έξι διαφορετικούς τρόπους, «έχουμε γίνει ανατόμοι, γιατροί, χειρουργοί, γλύπτες, ζωγράφοι, γιατί κάθε ομοίωμα πρέπει να βγάζει αυτό που επιθυμούμε και πρέπει οι εκφράσεις του και οι κινήσεις του να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στην πραγματικότητα» μας εξηγεί ο κ. Παναγιωτίδης. Γι’ αυτό και οι κέρινοι «άνθρωποι» που κατασκεύασε έχουν χαρακτηριστικά απλών καθημερινών ανθρώπων, αυτών που αγωνίζονται για να βγάλουν ένα κομμάτι ψωμί, με βλέμμα γεμάτο έγνοιες και προβληματισμούς, ανθρώπους που η έκφρασή τους αποτυπώνει τις δυσκολίες που ζουν στο σπίτι και στη σκληρή δουλειά στο χωράφι ή στα πρόβατα. Τα χέρια και το πρόσωπό τους είναι ρυτιδιασμένα και ροζιασμένα, με ραγάδες και γδαρσίματα.
Στο δεύτερο όροφο του πρώτου κτιρίου, ο επισκέπτης θα δει σκηνές από τη καθημερινή ζωή σε διάφορα δωμάτια, όπως τον κύκλο του μαλλιού, όπου μια κοπέλα δεν θέλει να εργαστεί και γι’ αυτό κοιτά συνεχώς από το παράθυρο. Στο διπλανό δωμάτιο βρίσκονται ο παππούς, η γιαγιά και τα εγγόνια γύρω από το τζάκι, με τον παππού να διαβάζει εφημερίδα, τη γιαγιά να πλέκει, το αγοράκι να διαβάζει παραμύθι και το κοριτσάκι να μαθαίνει αριθμητική, κρατώντας κονδύλι. Παραδίπλα, στον καλό οντά, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα προξενιό, το οποίο απ’ ότι φαίνεται πέτυχε, γιατί οι προξενητάδες έχουν σηκωμένα τα ποτήρια με το κρασί. Η ασχημούλα νύφη με τα ξινισμένα μούτρα, όμως, δεν θέλει τον κακάσχημο γαμπρό που της έφεραν, ο οποίος κοιτάζει τη όμορφη αδελφή της που σερβίρει κεράσματα, κρατώντας με χάρη το δίσκο. Στον ίδιο όροφο υπάρχει και το δωμάτιο με τη μητέρα που φασκιώνει το μωρό και το κοιμίζει στην παλιά ξύλινη κούνια, ενώ ο φύλακας άγγελος του σπιτιού βρίσκεται εκεί και χαμογελά. Η ζωή συνεχίζεται στο υπόγειο του πρώτου κτηρίου με τον κύκλο του ψωμιού και του τρύγου και τον επισκέπτη να θαυμάζει το ζυμωτήρι και τον φούρνο με ξύλα, στο οποίο η γιαγιά ψήνει ψωμί. Παραδίπλα η νοικοκυρά μαγειρεύει και ακριβώς πίσω της άλλη μια κυρία ανοίγει φύλο στο τραπέζι της παλιάς κουζίνας.
Το καλύτερο, ίσως, σημείο του μουσείο είναι η αυλή του, η οποία ξαναζωντανεύει την πλατεία του Μαυροχωρίου έτσι όπως ήταν πριν πολλά χρόνια. Περιμετρικά της πλατείας υπάρχουν μαγαζάκια με πολύχρωμες προσόψεις και επαγγέλματα που χάθηκαν στο χρόνο. Μερικές από τις προσόψεις αυτές είναι πραγματικές από το καφενείο του Καλλισθένη, το τσαγκάρικο, το γανωτάδικο, το κουρείο, το σιδεράδικο, το ραφτάδικο, το ναυπηγείο και το παζλ συμπληρώνει ένα περίπτερο, το οποίο νοίκιαζε και ποδήλατα.
Η μαγεμένη αυτή πλατεία βρίσκεται στη μέση των δυο κτιρίων που αποτελούν το μουσείο. Στο δεύτερο κτίριο στεγάζεται το πολιτιστικό κέντρο, στο οποίο μπορούν να φιλοξενηθούν λογοτεχνικές, ποιητικές και μουσικές βραδιές, ενώ ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει στις προθήκες τις συλλογές των παλιών ραδιοφώνων, ραπτομηχανών και αναπτήρων. Στο δεύτερο όροφο εκτίθενται τα έργα του 83χρονου Καστοριανού καλλιτέχνη κ. Πειστικού, ο οποίος με μεράκι και λεπτομέρεια δημιούργησε από γύψο αρχοντικά της Καστοριάς. Οι χώροι αυτοί μπορούν να φιλοξενήσουν εκθέσεις ντόπιων και ξένων καλλιτεχνών.
Ο κ. Παναγιωτίδης, ήδη, ξεκίνησε να κατασκευάζει στο υπόγειο του δευτέρου κτηρίου το προϊστορικό και νεολιθικό τμήμα, το οποίο θα παρουσιάζει τη ζωή εκείνης της εποχής. Το σκηνικό θα συνθέτουν μια σπηλιά με λίμνη μπροστά της, με τους αρχανθρώπους να κυνηγούν, να ψαρεύουν, να κοιμίζουν τα μωρά και να μπαίνουν στα σπίτια τους στο λιμναίο οικισμό. «Τα εκθέματα του μουσείου δεν θα τελειώσουν ποτέ, γιατί ανά τακτά χρονικά διαστήματα θα τα ανανεώνουμε και θα αναπαριστούμε διαφορετικές εποχές και θεματικές ενότητες» μας εξηγεί ο κ. Παναγιωτίδης, κι έτσι το ταξίδι στο χρόνο δεν θα έχει τελειωμό.
Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Λαογραφίας και Προϊστορίας Μαυροχώρι Καστοριάς
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα - Παρασκευή 09:00 - 17:00, Σαββατοκύριακα και αργίες 11:00 - 16:00 Τηλ. 2467074870 και 6970392196
www.kozani.tv Σωκράτης Μουτίδης